- κώων
- κῶοςcavesmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κῴων — Κῷον of neut gen pl Κῴ̱ων , Κῷος of fem gen pl Κῴ̱ων , Κῷος of masc/neut gen pl Κῷος of fem gen pl Κῷος of masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κώων — Κῶος caves fem gen pl Κῶος caves masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ASTYPALAEA — una Cycladum. Steph. Α᾿ςτυπάλαια νῆσος, νία τῆς Κυκλάδων, etc. Ε᾿κλήθη δὲ ὑπὸ Α᾿ςτνπαλαίας τῆς Α᾿γκαίου μητρός. Hanc porro Astypaleam Phoenicis fuisle filiam scribunt veteres Pausam. in Achaicis. Α῎σιος δὲ ὁ Α᾿μφιπτολέμου Σάμιος ἰποίησεν, εν τοῖς … Hofmann J. Lexicon universale
CO seu COOS vel COS — CO, seu COOS, vel COS insula in mari Aegaeo, seu, ut quidam aiunt, in Icario, Rhodo proxima, et Cariae opposita, quae olim magna fuit, et optime habitata, et aspectu iucundissima iis, qui eo navigabant. Ambitus eius quingentis et quinquaginta… … Hofmann J. Lexicon universale
MILETUS — I. MILETUS fil. Apollinis, et Argeae Cleochi filiae, vel ut Ovid. habet, Deiones, qui cum Minoa Cretensium regem iam senem regnô privare vellet, a Iove territus in Samum, deindein Cariam Asiae regionem fugit, ibique opidum condidit, quod de suo… … Hofmann J. Lexicon universale
συμμαχικός — ή, ό / συμμαχικός, ή, όν, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυμμαχικός, ή, όν, Α [σύμμαχος / συμμαχία] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους συμμάχους ή στη συμμαχία 2. φρ. α) «συμμαχικά νομίσματα» αρχαιολ. κοινά νομίσματα που κόβονταν και χρησιμοποιούνταν από… … Dictionary of Greek
Δωδεκάνησα — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.663 τ. χλμ., 190.071 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Ρόδο. Βρίσκονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται Ν της Σάμου και της Ικαρίας έως το Λιβυκό πέλαγος και Α των… … Dictionary of Greek
Πολυβώτης — Ένας από τους Γίγαντες. Στη Γιγαντομαχία τον κατεδίωξε ο Ποσειδώνας μέχρι την Κω και εκεί άρπαξε ένα μεγάλο βράχο του νησιού και τον πέταξε πάνω του. Το κομμάτι αυτό του βράχου που εξόντωσε το Γίγαντα Π. σχημάτισε ένα νέο νησί, τη Νίσυρο. Σύμφωνα … Dictionary of Greek